therivieratimes.comNews Desk-Ήμουν μια μηχανή που έβγαζε χρήματα!

Λευτέρης Πανταζής

-Ήμουν μια μηχανή που έβγαζε χρήματα!

Συνέντευξη στον Μαρίνο Βυθούλκα

 Κάνοντας τον απολογισμό μιας ζωής, ο Λευτέρης Πανταζής μιλάει στο People για τον ερχομό από την Ρωσία, τα φτωχικά χρόνια στον Κορυδαλλό, την επιτυχία, τις υπνοθεραπείες στην Μάλαγα, το ατελείωτο σεξ, τις γυναίκες, τον λόγο που τελικά δεν παντρεύτηκε ποτέ, ενώ απαντά για τα αρνητικά σχόλια που δέχεται η μοναδική γυναίκα της ζωής του, που δεν είναι άλλη από την κόρη του, Κόνι Μεταξά.

 

Από τον Μαρίνο Βυθούλκα

Το ραντεβού μας έχει προγραμματιστεί για τις επτά το απόγευμα στο σπίτι του στην Βουλιαγμένη. Με υποδέχεται στο καθιστικό. Πάνω από το τζάκι, υπάρχει ένα μεγάλος πίνακας με εκείνον και την μοναχοκόρη του, Κόνι Μεταξά. Οι βιβλιοθήκες είναι γεμάτες από βιβλία και δίσκους. Κατά την διάρκεια της κουβέντας μας, είναι τόσο περιγραφικός, που οι εικόνες της ζωής του διαδέχονται η μια την άλλη. «Γεννήθηκα στην Τασκένδη. Η μητέρα μου, Όλγα, πέθανε όταν ήμουν ενός έτους. Την θυμάμαι μόνο από φωτογραφίες. Ο πατέρας μου, Κωνσταντίνος, ξαναπαντρεύτηκε και έτσι, εμένα και την αδελφή μου, μας μεγάλωσε η γυναίκα του, η Αθηνά, που έγινε δυο φορές μητέρα μας, ενώ στην πορεία αποκτήσαμε κι άλλα δυο αδέλφια», εξηγεί στο People. Το 1966 η οικογένεια Πανταζή αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα, «την πατρίδα», όπως χαρακτηριστικά μου λέει και κάπου εδώ, ξεκινάει μια περιπετειώδης ζωή για τον 11χρονο Λευτέρη.

«Ήμουν ένας ιδιαίτερος λούστρος»

Το πρώτο σπίτι της οικογένειας είναι στην οδό Λαρίσης 24 στον Κορυδαλλό. «Ουσιαστικά ήταν μια παράγκα με μικρή αυλή, μια κουζίνα και ένα δωμάτιο που κοιμόμασταν όλοι μαζί στρωματσάδα. Καμιά φορά όταν έβρεχε βάζαμε και τρεις-τέσσερις κουβάδες, γιατί έσταζε νερό από το ταβάνι», περιγράφει. Παρότι είναι μόλις έντεκα ετών, ξεκινάει να εργάζεται σε ένα ξυλουργείο στην γειτονιά που κατασκευάζει ντιβανοκασέλες, προκειμένου να βοηθάει στα έσοδα της οικογένειας. «Το πρωί δούλευα εκεί και το απόγευμα πήγαινα στο σχολείο, ενώ υπήρχαν πολλά βράδια που έπαιρνα το κασελάκι μου και γυάλιζα παπούτσια στον Πειραιά. Αυτή εξάλλου ήταν και η πρώτη εικόνα που αντίκρισα όταν ήρθα από την Ρωσία στο Λιμάνι του Πειραιά. Το καράβι που μας έφερε στην πατρίδα λεγόταν Latvia. Μόλις έδεσε, είδα πέντε λούστρους. Εκείνη τη στιγμή ρώτησα τον πατέρα μου τι ακριβώς κάνουν αυτά τα παιδιά. Δεν φανταζόμουν πως ύστερα από έξι μήνες θα ήμουν ο έκτος. Βέβαια, ήμουν ένας ιδιαίτερος λούστρος, διότι τραγουδούσα κιόλας. Θυμάμαι πως με φώναζαν ‘’το Ρωσάκι που τραγουδάει’’. Τα λουστράκια της Νίκαιας, μαζευόμασταν στο γήπεδο της περιοχής για να μετρήσουμε τις εισπράξεις και σε πληροφορώ, ήμουν ο πρώτος στο μεροκάματο. Οι περισσότεροι έβγαζαν τριάντα δραχμές, ενώ εγώ εξήντα». Ως λούστρος θα γνωρίσει και τον επιχειρηματία Σπύρο Παπαθεοχάρη, όπου έχει το ξενοδοχείο Διογένης στον Πειραιά και στο υπόγειο του διατηρεί ένα μπουζουξίδικο που τραγουδάει ο Γιάννης Ντουνιάς. «Ένα απόγευμα, όπως του καθάριζα τα παπούτσια του είπα: Μπαρμπά Σπύρο, μια μέρα θα γίνω φίρμα και θα τραγουδάω στον Διογένη. Άμα δεν στο γεμίζω, δεν θα με πληρώνεις. Δεν με πήρε στα σοβαρά», διηγείται.

«Η τράπεζά μου ήταν η μάνα μου»

Ο Λευτέρης Πανταζής, θα εργαστεί ως λούστρος για έναν περίπου χρόνο. Αφορμή να τα παρατήσει θα είναι δυο παιδάκια που θα δει να τραγουδούν με μια κιθάρα στην πλατεία Ελευθερίας στον Κορυδαλλό. «Όταν είδα τα κέρματα που μάζεψαν στο πιατάκι, σκέφτηκα ‘’Βγάζουν την μέρα όσα βγάζω εγώ σε ένα μήνα’’. Έτσι, με τις οικονομίες μου αγόρασα μια κιθάρα και πήγα στον πόντιο μαέστρο Βασίλη Αρχιτεκτονίδη που έμενε τότε στην Αγία Βαρβάρα και τον παρακάλεσα να με μάθει κιθάρα. Ύστερα από 6-7 μαθήματα, το κασελάκι μπήκε στην άκρη και ξεκίνησα να τραγουδάω στην πιάτσα που ήμουν λούστρος. Από εκεί που γυάλιζα παπούτσια, ξεκίνησα να λέω το ‘’Αγωνία με λαχτάρα να σε νοιάζομαι, του Βοσκοπουλου’’. Την πρώτη μέρα έβγαλα ένα πεντακοσάρικο. Όταν πήγα σπίτι να δώσω τα λεφτά στην μητέρα μου, μου τράβηξε το αυτί και μου είπε ‘’από πού τα έκλεψες’’. Δεν το πίστευε ούτε η ίδια πως κατάφερα να βγάλω τόσα χρήματα. Τα λεφτά τα έδινα πάντα στην μητέρα μου. Ήταν η τράπεζα μου». Πλέον, ο Λευτέρης τραγουδά στο δρόμο και ταυτόχρονα φοιτά στο 7ο Γυμνάσιο Κορυδαλλού. Εκεί, το 1969, σε μια σχολική γιορτή που παίζει με την κιθάρα του, θα τον δει ο μπουζουξής Παναγιώτης Τσουμπρής που είναι ο μπαμπάς μιας συμμαθήτριάς του και θα του προτείνει να τον πάρει μαζί του στο νυχτερινό κέντρο Λουζιτάνια στο Αιγάλεω. Στα συγκεκριμένα μπουζούκια, ο Λευτέρης θα έρθει αντιμέτωπος με σκληρές εικόνες. «Όταν κάποιοι δεν είχαν να πληρώσουν, τους πλάκωναν στο ξύλο και μετά τους πέταγαν κυριολεκτικά από το παράθυρο».

«Ήμουν το παιδί του λαού»

Για μια περίπου δεκαετία, ο Πανταζής εμφανίζεται με επιτυχία σε όλα σχεδόν τα νυχτερινά κέντρα του Αιγάλεω, στο πλευρό της Καίτης Γκρέυ, του Στέλιου Διονυσίου και άλλων γνωστών καλλιτεχνών. «Ήμουν από τους καλούς τρίτους τραγουδιστές. Ο κόσμος με αγαπούσε. Άσε που ήμουν και ωραίος γκόμενος», λέει γελώντας. Το 1979 βγάζει τον πρώτο του δίσκο από την δισκογραφική εταιρεία Panivar με τίτλο «Αγαπιόμαστε», ενώ το τραγούδι «Παράνομος δεσμός» και «Μια εμπειρία ακόμη» ξεχωρίζουν αμέσως. «Ο συγκεκριμένος δίσκος πρέπει να πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα. Θυμάμαι πως ήμουν στο αυτοκίνητο και όταν άκουσα ένα από τα τραγούδια μου στο ραδιόφωνο, έκανα στην άκρη και άρχισα να κλαίω πάνω στο τιμόνι από ευτυχία», λέει με συγκίνηση. Τα επόμενα χρόνια είναι χρυσά. Ο Πανταζής έχει το άγγιγμα το Μίδα, καθώς σε όποιο μαγαζί κι αν εμφανίζεται δημιουργείται το αδιαχώρητο. Ο κόσμος ερωτεύεται, παντρεύεται χωρίζει και κλαίει με τα τραγούδια του. «Ήμουν το παιδί του λαού. Το δικό τους παιδί», προσθέτει. Παράλληλα, γίνεται ο ίδιος μάνατζερ του εαυτού του: Παραγγέλνει δέκα χιλιάδες κασέτες από την δισκογραφική, βρίσκει τον πρόεδρο αυτοκινητιστών Αττικής και τις μοιράζει δωρεάν σε όλα τα ταξί του λεκανοπεδίου, με αποτέλεσμα τα τραγούδια του να ακούγονται παντού! «Εκείνη την εποχή άκουγαν τα τραγούδια μου στα ταξί γύρω στα 400000 άτομα την ημέρα», συμπληρώνει. Μια από τις βραδιές που τραγουδά στο νυχτερινό κέντρο Stop έρχεται ο Βλάσης Μπονάτσος με τον Μίλτο Καρατζά που είναι στην δισκογραφική CBS. Όλοι συζητούν για το φαινόμενο «Λευτέρη Πανταζή» και ο παραγωγός θέλει να τον γνωρίσει. «Ο Μίλτος μου έδειξε πολύ αγάπη και τελικά ήρθαμε σε συμφωνία». Τα επόμενα χρόνια, η κούρσα προς την επιτυχία δεν έχει σταματημό. Κάθε χρόνο βγάζει νέο δίσκο και τα τραγούδια του γίνονται επιτυχίες. Μια συνεργασία που θα αφήσει εποχή είναι εκείνη με την Άντζελα Δημητρίου, τον Γιώργο Ζαμπέτα και τον Γιώργο Γερολυμάτο στο νυχτερινό κέντρο Fantasia στον Άλιμο. Εκεί θα παραμείνει για τέσσερις σεζόν.

«Το Διογένης Παλλάς χτίστηκε για μένα»

Τον χειμώνα του 1986 θα τον καλέσει στο γραφείο του ο επιχειρηματίας Σπύρος Παπαθεοχάρης. «Με ρώτησε αν θυμόμουν την κουβέντα που του είχα πει πριν από 20 χρόνια, ότι κάποτε θα δουλέψω στα μαγαζιά του. Στο γραφείο ήταν και ο γιός του, Γιάννης Παπαθεοχάρης. Μας έπιασε τα χέρια και είπε χαρακτηριστικά ‘’Μαζί θα πορευτείτε’’. Έτσι ξεκίνησε η συνεργασία μου με τον Γιάννη Παπαθεοχάρη στον Διογένη στην Λεωφόρο Συγγρού μαζί με την Πίτσα Παπαδοπολυλου, τον Δάκη και την Πωλίνα. Έκτοτε άρχισαν να ασχολούνται μαζί μου όλα τα έντυπα της εποχής, ενώ θα περάσουν από το μαγαζί μεγάλες προσωπικότητες και επιχειρηματίες, όπως ο Σωκράτης Κόκκαλης, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης, ο Μπόρις Γιέλτσιν. Μην ξεχνάς πως τραγουδούσα και ρώσικα», λέει γελώντας. Το 1989 ο Γιάννης Παπαθεοχάρης αγοράζει το διπλανό οικόπεδο και αρχίζει να το χτίζει ένα μεγαλύτερο χώρο, καθώς ο μικρός Διογένης έχει χωρητικότητα μόλις 400 ατόμων. «Το Διογένης Παλλάς χτίστηκε για μένα. Παραμονή Χριστουγέννων του 1989 κάρφωνα πράγματα στο μαγαζί μαζί με τους μαστόρους. Ο επάνω όροφος είχε χωρητικότητα 1000 ατόμων και ο κάτω 1400. Παραμονή πρωτοχρονιάς που ξημέρωνε το 1990 εμφανίστηκα με την Άννα Βίσση και ήταν η νύχτα που ο κόσμος άκουσε τον δίσκο Ταραχή». Όλα τα τραγούδια του δίσκου γίνονται σουξέ, ενώ σύμφωνα με τα στατιστικά της εποχής, ο Πανταζής φτάνει να πουλά 10000 δίσκους και κασέτες την ημέρα. «Για 33 εβδομάδες ήμουν νούμερο ένα και στη δεύτερη θέση ήταν ο Παπακωνσταντίνου με τον Νταλάρα με το τραγούδι ‘’Μην μιλάς, κινδυνεύει η Ελλάς’’. Δεν μπορούσαν να το χωνέψουν πως ήμουν πρώτος», αποκαλύπτει στο People. Η συνεργασία του Πανταζή με τον όμιλο Παπαθεοχάρη θα συνεχιστεί μέχρι και το 1993, με τον Λευτέρη να εμφανίζεται στο Διογένη έντεκα μήνες το χρόνο, χωρίς ούτε ένα ρεπό. Πλέον αμείβεται με ποσοστά, επί του συνολικού τζίρου, ενώ είναι ο πρώτος καλλιτέχνης στην Ελλάδα που παίρνει ποσοστά από τα λουλούδια, αλλά και την γκαρνταρόμπα! Οι μόνες του διακοπές είναι ένα μήνα στην Μάλαγα της Ισπανίας με τον Γιάννη Παπαθεοχάρη, όπου κάνουν υπνοθεραπείες. «Μαζί με τον Γιάννη και ένα φίλο μας τραπεζίτη, πηγαίναμε εκεί, χαλαρώναμε και κοιμόμασταν όλη μέρα. Σκέψου πως επί έντεκα μήνες δεν κοιμόμουν σχεδόν καθόλου και κιτρίνιζα από την κούραση».

«Ψιλοδοκίμασα ναρκωτικά»

Ο Πανταζής γίνεται περιζήτητος, ενώ υπάρχουν μέρες που κάνει ακόμα και επτά διαφορετικές εμφανίσεις μέσα σε ένα 24ωρο, σε εκδηλώσεις, χοροεσπερίδες, στο Απόλλων Παλλάς, αλλά και στο Διογένης Παλλάς. «Θυμάμαι μια σεζόν με πήγαινε ένα βαν και στο ΣΕΦ. Ήμουν μια μηχανή που έβγαζε χρήματα», προσθέτει εκείνος. Με τόσο έντονο πρόγραμμα, αναρωτιέμαι πως άντεχε ο οργανισμός του. «Δεν έκανα ποτέ μου καταχρήσεις. Στην νύχτα υπάρχουν τα πάντα. Δεν σου κρύβω πως ψιλοδοκίμασα ναρκωτικά, αλλά δεν μου άρεσαν ποτέ. Εμένα μου άρεσαν οι γυναίκες, κι έλεγα μέσα μου ‘’ας πεθάνω από αυτές, που είναι και απόλαυση’’. Από τα ναρκωτικά καταστρέφεσαι», ξεκαθαρίζει. Παράλληλα με την επαγγελματική του ζωή, έχει και μια άκρως δραστήρια σεξουαλική ζωή. «Εκείνα τα χρόνια έκανα πολύ σεξ. Τύχαινε μέσα σε μια μέρα να πάω και με τέσσερις διαφορετικές γυναίκες. Ήμουν ένα επιτυχημένος και περιζήτητος καλλιτέχνης. Οπότε δεν ήταν μου ήταν καθόλου δύσκολο. Το αντίθετο μάλιστα». Το 1991 στο club Mercedes θα γνωρίσει την Ζώζα Μεταξά και μέσα σε ένα μήνα η τραγουδίστρια θα μείνει έγκυος. Οι δυο τους, έχουν σκοπό να ρίξουν το μωρό, αλλά η επίσκεψη στον γυναικολόγο θα ανατρέψει τα πάντα. «Ο γιατρός της που έτυχε να είναι φίλος μου και πελάτης στον Διογένη, την έπεισε να το κρατήσει», εξομολογείται, ενώ περιγράφει την ημέρα που έγινε μπαμπάς. «Την ώρα που τραγουδούσα με ενημέρωσαν πως η Ζώζα είναι έτοιμη να γεννήσει. Θυμάμαι πως έφυγα από το μαγαζί 8 το πρωί για το μαιευτήριο και η Κόνι ήρθε στον κόσμο στις 9. Αυτό το πλασματάκι μας άλλαξε την ζωή. Να ναι καλά η Ζώζα. Την λατρεύω και την πονάω, γιατί είναι μάνα του παιδιού μου», λέει με συγκίνηση . Ο τραγουδιστής θα της σταθεί σε μια δύσκολη περίοδο της ζωής της, το 2008, όταν μαθαίνει πως έχει καρκίνο. «Ο τότε σύντροφός της το έβαλε στα πόδια και της πρότεινα να έρθει να μείνουμε μαζί. Ευτυχώς, με την συνδρομή του κουμπάρου μας που είναι γιατρός, καταφέραμε να την σώσουμε. Εγώ την μάνα μου δεν την γνώρισα και ήθελα το παιδί μου να έχει και τους δυο γονείς. Μόλις έγινε καλά ήταν σαν να ξαναγεννήθηκα». Ωστόσο, λίγα χρόνια μετά, θα έρθει και ο ίδιος αντιμέτωπος με ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας.

«Ο Θεός μου έβαλε μια δοκιμασία»

Το Δεκέμβριο του 2012 κάνει πρεμιέρα στον Βοτανικό μαζί με την Νατάσα Θεοδωρίδου και την Έλενα Παπαρίζου. Λίγες μέρες ύστερα από την πρωτοχρονιά του 2013, είναι πάνω στην σκηνή και τραγουδά. Ξαφνικά ασπρίζει και αισθάνεται μια απίστευτη αδιαθεσία. Μόλις τελειώνει το πρόγραμμα, πηγαίνει κατευθείαν στο καμαρίνι και σωριάζεται στο πάτωμα. «Το δεξί χέρι μου δεν με υπάκουε καθόλου και οι γιατροί μου είπαν πως έπαθα ένα μικρό εγκεφαλικό επεισόδιο που χτύπησε στο κέντρο του λόγου. Ο Θεός μου έβαλε μια δοκιμασία. Μου πήρε την φωνή για να με συνεφέρει και να μου βάλει μυαλό. Νόμιζα πως ήμουν άτρωτος. Έκανα λογοθεραπεία και ευτυχώς επανήλθα πλήρως. Πλέον εργάζομαι εντατικά, αλλά προσέχω περισσότερο τον εαυτό μου. Κοιμάμαι και επιτέλους έμαθα να λέω και ορισμένα όχι». Μόνο στις γυναίκες δεν λέει εύκολα όχι, καθώς εδώ και πολλά χρόνια τον ακολουθεί η φήμη του γυναικά. «Έχω ζήσει 7-8 δυνατούς έρωτες. Στα διαλείμματα ήμουν άτακτος. Αρραβωνιάστηκα τέσσερις φορές στη ζωή μου. Και στις τέσσερις περιπτώσεις έφυγαν εκείνες, διότι δεν άντεχαν το πρόγραμμά μου. Γι αυτό και δεν παντρεύτηκα ποτέ. Σε όλες τις γυναίκες που είχα, τους άρεσαν τα ωραία αυτοκίνητα, τα ταξίδια, τα περιοδικά, τα όμορφα δώρα. Ε, αυτά δεν θέλουν χρήματα; Δεν απαιτούν σκληρή δουλειά; Επειδή λοιπόν είμαι από τη φύση μου γαλαντόμος, μου αρέσει να προσφέρω, αλλά και να εργάζομαι», ξεκαθαρίζει.

«Είμαι χορτασμένος. Γεμάτος»

Από το 1995 ο Λευτέρης κατοικεί στην Βουλιαγμένη σε ένα σπίτι 1000 τετραγωνικών. «Το συγκεκριμένο σπίτι το είδα στο όνειρό μου: Ένα μεγάλο σπίτι με εξίσου μεγάλα παράθυρα, να το λούζει ο ήλιος και να δέχομαι τους φίλους μου. Από εδώ έχουν περάσει όλοι: Πρωθυπουργοί, τραγουδιστές, ηθοποιοί. Είμαι χορτασμένος, γεμάτος άνθρωπος και πραγματικά δεν ζηλεύω τίποτα. Έχω εξασφαλίσει και την κόρη μου. Απλά θέλω να κάνει καλή διαχείριση και να μην πουλήσει αυτά που της έχω αφήσει. Βέβαια, η αλήθεια είναι πως δεν την φοβάμαι γιατί έχει εργαστεί. Ξέρεις πόσους καφέδες έχει σερβίρει στις καφετέριες που είχα; Η Κόνι θέλει να δουλεύει και να έχει τα δικά της χρήματα. Είναι κάτι που της έχω περάσει εδώ και χρόνια». Πλέον, η Κόνι ζει και εργάζεται στο Λονδίνο. Του επισημαίνω πως οι σέξι φωτογραφίες που ανεβάζει στο Instagram, πολλές φορές γίνονται αντικείμενο αρνητικού σχολιασμού. «Η Κόνι κάνει διαφημίσεις και πληρώνεται από τις φωτογραφίες που ανεβάζει. Δεν το κάνει τσάμπα. Και η Beyonce ανεβάζει σέξι φωτογραφίες. Οι καλλιτεχνικές φωτογραφίες της κόρης μου ενοχλούν; Εξάλλου αυτό έχει σπουδάσει. Θέατρο, σκηνοθεσία, εικόνα. Τα χρυσοπλήρωσα όλα αυτά και με αυτά ασχολείται», αρκείται να πει .Λίγο πριν τον αποχαιρετήσω, ανεβαίνουμε μαζί στον τρίτο όροφο της βίλας που είναι το γραφείο του. Μπαίνοντας μέσα αντικρίζω πάνω από σαράντα δίσκους που είναι κρεμασμένοι στους τοίχους. Άλλοι χρυσοί, άλλοι πλατινένιοι, οι κόποι μιας ζωής. Ωστόσο, σε μια περίοπτη θέση της βιβλιοθήκης διακρίνω ένα κασελάκι. «Είναι το κασελάκι που έβαφα τα παπούτσια. Το κοιτάω πάντα, για να μην ξεχνάω από πού ξεκίνησα».

SHARE

Περισσότερα

MORE NEWS DESK